———————————————————————
Πηγή: Αθηνόραμα
Γράφει η Τώνια Καραόγλου
————————————————————————
Στο μυθιστόρημα που τον καθιέρωσε και ως λογοτεχνικό συγγραφέα ο καθηγητής ψυχιατρικής Ίρβιν Γιάλομ συλλαμβάνει τη φανταστική γνωριμία δύο ιστορικών προσωπικοτήτων, του Φρίντριχ Νίτσε και του αυστριακού γιατρού Γιόζεφ Μπρόιερ• η γνωριμία πραγματοποιείται στη Βιέννη, κάπου στα 1882, κατόπιν αιτήματος της Λου Σαλομέ (επίσης πραγματικού προσώπου), που διατηρούσε δεσμό με τον Νίτσε και τώρα καλεί τον Μπρόιερ να τον θεραπεύσει από την απόγνωση που του έχει προκαλέσει ο χωρισμός τους• απαράβατος όρος είναι να παραμείνει κρυφός από τον φιλόσοφο ο πραγματικός σκοπός των συναντήσεών τους. Την ίδια ώρα ο Μπρόιερ παλεύει με τις δικές του ερωτικές εμμονές για μία ασθενή του, ενώ το ανδρικό επιστημονικό τρίγωνο ολοκληρώνει ο νεαρός Ζίγκμουντ Φρόιντ, συνεργάτης του Μπρόιερ.
Με το «Όταν έκλαψε ο Νίτσε», ο Γιάλομ αποδεικνύει πως πρόκειται για δεινό λογοτέχνη: εκμεταλλεύεται τη δύναμη της φιλοσοφίας, της ιατρικής και της ψυχιατρικής επιστήμης, τις εκλαϊκεύει χωρίς να τις απλουστεύει, και βυθίζεται στα μυαλά δύο ιδιοφυών ανδρών ιχνηλατώντας τις ψυχικές, νοητικές και συναισθηματικές διαδρομές τους. Αυτό που καταθέτει τελικά είναι μία συναρπαστική ιστορία αμοιβαίας θεραπείας, (ανδρικής) φιλίας και ανθρώπινης επαφής και το λογοτεχνικό είδος τού δίνει το πρόσφορο έδαφος για να την αναπτύξει επαρκώς, εστιάζοντας στα πρόσωπα, στις σκέψεις, στα πάθη, στις σχέσεις και στην ψυχοθεραπευτική συναλλαγή τους.
Πώς μεταφέρεται, όμως, στο θέατρο αυτό το δαιδαλώδες λογοτέχνημα, που στηρίζεται ιδιαιτέρως στη δύναμη της αφήγησης και του λόγου; Με εξαιρετικά αποτελέσματα, όπως αποδεικνύει η παράσταση που συνσκηνοθετούν ο Ακύλλας Καραζήσης και ο Νίκος Χατζόπουλος, οι οποίοι επιστρέφουν στο ίδιο κείμενο σχεδόν δεκατέσσερα χρόνια μετά την πρώτη παρουσίασή του, με ολότελα νέα διανομή. Καθοριστική αποδεικνύεται κατ’ αρχήν η διασκευή της Ευαγγελίας Αδριτσάνου (μίας εκ των δύο μεταφραστών, μαζί με τον Γιάννη Ζέρβα, του βιβλίου), που καταφέρνει να συμπυκνώσει σε σκηνική μορφή την ψυχή και την ψίχα της ιστορίας. Χωρίς να κάνει κάτι διαφορετικό από την μεταγραφή του βιβλίου σε ένα σκηνικό κείμενο όπου συνυπάρχουν η αφήγηση με την πρόζα, η διασκευή της Ανδριτσάνου αποδεικνύεται μία λειτουργικότατη κατασκευή, πάνω στην οποία στηρίζεται η επιδραστική παράσταση.